Βρέφη που θηλάζουν σε σχέση με αυτά που δε θηλάζουν
– έχουν μικρότερο κίνδυνο να πάθουν:
Λοιμώξεις π.χ. Γαστρεντερίτιδα, ωτίτιδα, πνευμονία, βρογχιολίτιδα
Ατοπίες π.χ. έκζεμα, άσθμα
– Επιβαρύνεται λιγότερο η ανώριμη νεφρική τους λειτουργία
– Μαθαίνουν σε μεγαλύτερη ποικιλία γεύσεων και σύστασης
– Έχουν λιγότερους βρεφικούς κολικούς, αναγωγές και δυσκοιλιότητα
– Σχετίζονται πιθανώς με αυξημένο δείκτη νοημοσύνης (IQ)
– Μειώνεται ο κίνδυνος παιδικής παχυσαρκίας
Μητέρες που θηλάζουν σε σχέση με όσες δε θηλάζουν:
– Έχουν μικρότερο κίνδυνο για καρδιαγγειακή πάθηση
– Έχουν μικρότερο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού και των ωοθηκών
– Έχουν μικρότερο κίνδυνο για κολπική αιμορραγία κατά τη λοχεία
– Επανέρχονται πιο γρήγορα στα κιλά τους πριν την εγκυμοσύνη
Η σχέση μητέρας-βρέφους αναπτύσσεται καλύτερα με τον θηλασμό γιατί:
– Η μητέρα μαθαίνει να προσέχει και να ‘διαβάζει’ το παιδί και όχι το ρολόι της
– Αναπτύσσεται πιο έντονο συναισθηματικό δέσιμο μεταξύ τους
– Ενδογενείς ορμόνες που εκκρίνονται κατά τον θηλασμό, όπως η ωκυτοκίνη, αυξάνουν την ευχαρίστηση, την ηρεμία και τη χαλάρωση σε μητέρα και βρέφος.
Τα πρακτικά προβλήματα του θηλασμού είναι λιγότερα από ότι με το τάϊσμα με μπουκάλι γιατί:
– Είναι πιο οικονομικός
– Δεν χρειάζονται αποστειρωτές, βραστήρας, προετοιμασία
– Είναι άμεσα διαθέσιμος, χωρίς χρονοτριβές